Νέες ψευδαισθήσεις, χρεοκοπημένα συνθήματα περί «Ευρώπης που αλλάζει» και αυταπάτες ότι μπορεί να υπάρξει φιλολαϊκή διαχείριση, και «δίκαιη» ανάπτυξη που να ωφελεί ταυτόχρονα και τους μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους και τους εργαζόμενους, συνέθεσαν το μοτίβο των παρεμβάσεων του Αλέξη Τσίπρα το περασμένο Σαββατοκύριακο στη Θεσσαλονίκη, στο πλαίσιο της ΔΕΘ. Ολα αυτά διανθισμένα με μπόλικη αντιδεξιά ρητορική, για να συντηρούνται κάλπικα δίπολα στον ανταγωνισμό για την κυβερνητική εναλλαγή, που γίνεται όμως στη βάση της στρατηγικής τους σύμπλευσης σε ό,τι αφορά τα «μεγάλα» και «σπουδαία» για το κεφάλαιο.
Ο Αλ. Τσίπρας ξιφούλκησε κατά της κυβέρνησης ότι επιτείνει την ανασφάλεια, καθώς «εφαρμόζει μια πολιτική ακραία μεροληπτική για τα συμφέροντα των ισχυρών», από επιλογή όπως είπε, αποκρύπτοντας τις άρρηκτες δεσμεύσεις των αστικών κομμάτων απέναντι στην αστική τάξη και στις λυκοσυμμαχίες της, όπως η ΕΕ, την οποία εξωράισε, ρητορεύοντας για την υποτιθέμενη αλλαγή που συντελείται στο πλαίσιό της, καθώς στη συγκυρία της πανδημίας η περιοριστική πολιτική έδωσε τη θέση της σε μια πιο επεκτατική. Στο ίδιο πλαίσιο, έπλεξε ξανά το εγκώμιο στον Μπάιντεν ότι τάχα φορολογεί τον πλούτο για να ενισχύσει τη φτώχεια που σαν μάστιγα απλώνεται στις ΗΠΑ.
Στον πυρήνα των όσων παρουσίασε βρίσκεται η ανασυγκρότηση του κρατικού μηχανισμού, προφανώς για να γίνει πιο αποτελεσματικό στην υλοποίηση της αντιλαϊκής στρατηγικής. Αυτό ακριβώς προσπαθεί να καμουφλάρει κάτω από διακηρύξεις για ένα «νέο αποτελεσματικό δημοκρατικό κράτος, μακριά από τις ελίτ, τον κομματισμό, το ρουσφέτι, τη διασπάθιση του δημόσιου χρήματος, τη διαφθορά».
Μεταξύ άλλων έκανε λόγο για τη σύσταση «Ενιαίας Αρχής Πολιτικής Προστασίας», τον «εκδημοκρατισμό των Σωμάτων Ασφαλείας», την ενίσχυση της Τοπικής Διοίκησης με «παραχώρηση αρμοδιοτήτων του κοινωνικού κράτους σε δήμους και αναπτυξιακές αρμοδιότητες στις Περιφέρειες», τον ψηφιακό μετασχηματισμό του Δημοσίου, σπέρνοντας αυταπάτες ότι με τέτοιες προσαρμογές, που κι άλλες κυβερνήσεις εξήγγειλαν και εφάρμοσαν στο παρελθόν, μπορεί το αστικό κράτος να γίνει φιλολαϊκό.
Επανέλαβε ακόμα τις προτάσεις που προ μηνών είχε παρουσιάσει για ενίσχυση του ΕΣΥ, στο πλαίσιο της εμπορευματοποίησης που και ο ΣΥΡΙΖΑ ενίσχυσε με την πολιτική του ως κυβέρνηση.
Υποσχέθηκε αύξηση του κατώτατου μισθού, ενώ πρώτος ως κυβέρνηση εφάρμοσε τον νόμο της ΝΔ που κατάργησε τις συλλογικές διαπραγματεύσεις για την υπογραφή ΕΓΣΣΕ και καθηλώνει τον κατώτατο μισθό με απόφαση του εκάστοτε υπουργού Εργασίας, με κριτήριο την «ανταγωνιστικότητα της οικονομίας». Αυτά τα κριτήρια παραμένουν κυρίαρχα στην πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ, γι' αυτό δεν τολμάει ούτε να ψελλίσει την κατάργηση του νόμου Βρούτση - Αχτσιόγλου.
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ μίλησε για κατάργηση του νόμου Χατζηδάκη, που τα μισά του άρθρα ψήφισε στη Βουλή, αλλά και αποκατάσταση του «ιερού δικαιώματος στην απεργία» αφού ως κυβέρνηση διέπραξε την ...ιεροσυλία της παραπέρα υπονόμευσής του. Επιπλέον, 35ωρο χωρίς μείωση αποδοχών, αλλά «με αντισταθμιστικά μείωσης του μη μισθολογικού κόστους για όσες επιχειρήσεις το επιλέξουν». Δηλαδή από μια τσέπη μπαίνουν, από την άλλη βγαίνουν, με τους εργαζόμενους μόνιμα στο καναβάτσο.
Πίσω από τον γενικόλογο τίτλο της τόνωσης της εγχώριας παραγωγής, παρέπεμψε σε γενναία μέτρα ενίσχυσης του εγχώριου κεφαλαίου τα οποία κατά καιρούς ο ΣΥΡΙΖΑ έχει περιγράψει και αφορούν νέα προνόμια, ενισχύσεις και φοροαπαλλαγές.
Στο πλαίσιο αυτό επανέλαβε την πρόταση για ανακατεύθυνση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, όπως και την προσήλωσή του στην «πράσινη ανάπτυξη», όπως ονομάζεται ο φερετζές των «πράσινων» μπίζνες κ.λπ. Μίλησε ακόμα για διαγραφή μέρους του ιδιωτικού χρέους, που εκτοξεύτηκε και επί ΣΥΡΙΖΑ, κατάργηση του Πτωχευτικού Κώδικα και προστασία της πρώτης κατοικίας, η άρση της οποίας επίσης φέρει την υπογραφή του ΣΥΡΙΖΑ.
Διαβεβαιώσεις για πιστή τήρηση του Συμφώνου Σταθερότητας
Σε σχέση με το νέο κύμα ακρίβειας ο Αλ. Τσίπρας έταξε ριζική μείωση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στο πετρέλαιο θέρμανσης, στο πετρέλαιο κίνησης και στη βενζίνη, και ρύθμιση της αγοράς Ενέργειας από τη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας και την Επιτροπή Ανταγωνισμού, ώστε «να σταματήσει αυτή η κερδοσκοπία των καρτέλ» και να μειωθούν τα τιμολόγια. Ακόμα, κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης για όλους όσοι έχουν ετήσιο εισόδημα έως 40.000 ευρώ, του τέλους επιτηδεύματος για όλους κ.ά.
Ωστόσο, για να μην παρεξηγηθούν οι προθέσεις του, εξήγησε κατά τη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε την Κυριακή ότι οι προτάσεις του«μία προς μία είναι κοστολογημένες» και «δεν ξεπερνούν τα 2 δισεκατομμύρια, είναι στα 1,8». Μάλιστα, διευκρίνισε πως «τα υπόλοιπα που είπα για τον ειδικό φόρο κατανάλωσης, κι αυτά είναι μέτρα έκτακτα. Είναι μια αναστολή η οποία θα πρέπει να ισχύσει για όσο διάστημα διαρκεί αυτό το πρωτοφανές κύμα της ακρίβειας».
Παραπέρα, διαβεβαίωσε το κεφάλαιο και την ΕΕ πως οι υποσχέσεις του τελούν υπό την αίρεση του Συμφώνου Σταθερότητας, λέγοντας ότι «την περίοδο που διανύουμε υπάρχει μια πολύ σημαντική ευκαιρία: Να στηριχθεί η οικονομία, να στηριχθούν τα λαϊκά στρώματα, να στηριχθεί η μεσαία τάξη, χωρίς να υπάρχει η πίεση η ασφυκτική του Συμφώνου Σταθερότητας, το οποίο έχει ανασταλεί» και της δυνατότητας του Ταμείου Ανάκαμψης να τις χρηματοδοτήσει. «Αυτήν την ευκαιρία δεν πρέπει να τη χάσουμε. Αν χάσουμε αυτήν την ευκαιρία να στηρίξουμε τώρα που μπορούμε, που δεν υπάρχουν αυστηροί δημοσιονομικοί περιορισμοί - κάποια στιγμή θα επιστρέψουν οι δημοσιονομικοί περιορισμοί. Και τότε τα πράγματα θα είναι πιο δύσκολα», ομολόγησε.
Διαβεβαίωσε ωστόσο τη προσήλωσή του στη «δημοσιονομική προσαρμογή», ζητώντας αυτή να γίνει με πιο «ομαλούς» ρυθμούς, που δεν θα διαταράξουν τη λεγόμενη «κοινωνική συνοχή». Οπως είπε, «αυτήν τη στιγμή σε όλη την Ευρώπη διεξάγεται μια κρίσιμη συζήτηση για το πού θα προσγειωθεί η Ευρωπαϊκή Ενωση μετά την πανδημία, σε ποιο δημοσιονομικό έδαφος θα προσγειωθεί (...) Προφανώς καταλαβαίνω ότι θα υπάρξει μια προοπτική, αλλά σε βάθος χρόνου να είναι αυτή η προοπτική ισοσκελισμού του προϋπολογισμού. Δεν μπορεί να γίνει μέσα σε ενάμιση χρόνο, είναι αδιανόητο να γίνει και πιστεύω ότι η χώρα πρέπει να αποκτήσει συμμαχίες και μια σοβαρή στρατηγική για να το πετύχει αυτό, και είναι εύκολο να το πετύχει».
Επιπλέον, με αντιδεξιές κορόνες και κάλπικα διλήμματα δεν έκρυψε τη φιλοδοξία του να ηγηθεί της «δημοκρατικής παράταξης», του «ιστορικού πλειοψηφικού πολιτικού ρεύματος», που με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ και τη συνεργασία άλλων δυνάμεων - την οποία προεξόφλησε - θα εφαρμόσει ένα «νέο μοντέλο διακυβέρνησης», κατ' όνομα μόνο, αφού όπως σαφώς προκύπτει από τα λεγόμενά του, τα υλικά είναι τα γνωστά παλιά μιας διαχείρισης στα μέτρα του κεφαλαίου.
Στους ...μελλοντικούς του συνεταίρους μάλιστα, αλλά και στον λαό, έθεσε το δίλημμα «Νίκη του ΣΥΡΙΖΑ και προοδευτική κυβέρνηση την επόμενη μέρα ή νέες εκλογές, εκλογικές περιπέτειες και εκβιασμοί;», καθώς οι εκβιασμοί είναι βασικό όπλο στη φαρέτρα των διεκδικητών της αστικής διαχείρισης.
Τέλος, ερωτηθείς για τα ζητήματα της εξωτερικής πολιτικής, εξέφρασε την ανησυχία του για «τη συνοχή και την έννοια ύπαρξης της ατλαντικής Συμμαχίας, όταν αγνοούνται με αυτόν τον τρόπο σύμμαχες χώρες, σύμμαχες δυνάμεις». Επ' ευκαιρία κατήγγειλε την κυβέρνηση για «έλλειμμα εθνικής στρατηγικής», παρότι η ΝΔ έπιασε το νήμα της εξυπηρέτησης των ευρωατλαντικών σχεδιασμών από εκεί ακριβώς που το άφησε ο ΣΥΡΙΖΑ.
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 219202
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου