Με αφορμή την επέτειο από τη Μικρασιατική καταστροφή, από διάφορες πλευρές αναπαράγεται ο μύθος για την δήθεν “ανθελληνική στάση” της νεαρής τότε Σοβιετικής Ρωσίας . Η πραγματικότητα όμως που προκύπτει από τα ντοκουμέντα είναι εντελώς διαφορετική! Στον πόλεμο στη Μικρά Ασία, υπήρξαν σημαντικές διεθνείς πρωτοβουλίες της Σοβιετικής Ρωσίας, τις οποίες αν αποδέχονταν η κυβέρνηση και η άρχουσα τάξη της Ελλάδας, πιθανόν τα αποτελέσματα να ήταν διαφορετικά και, πάντως, οι συνέπειες για τον ελληνικό λαό δε θα ήταν αυτές που φορτώθηκε από τη Μικρασιατική Καταστροφή. Αλλά η Ιστορία δε γράφεται με τα «αν» και τα «πιθανόν». Η τότε στάση της Σοβιετικής Ρωσίας έχει κατακριθεί από τους ιστορικούς της άρχουσας τάξης. Και δεν είναι ανεξήγητο. Αυτοί οι ιστοριογράφοι αντιμετωπίζουν την Ιστορία από τη σκοπιά των συμφερόντων της κυρίαρχης τάξης.των ιμπεριαλιστών. Οι πρωτοβουλίες του νεαρού και πρώτου τότε στον κόσμο εργατικού κράτους ήταν αντίθετες με τις επιδιώξεις και τα συμφέροντα των ηγετικών καπιταλιστικών κρατών στην περιοχή. Ας δούμε, λοιπόν, τα πραγματικά γεγονότα σχετικά με το ρόλο της Σοβιετικής Ρωσίας στο Μικρασιατικό Πόλεμο. 1.Αμέσως μετά τη λήξη του Α' Παγκόσμιου Πολέμου, τα κράτη του ιμπεριαλιστικού συνασπισμού της Αντάντ έμπαιναν σε μια διαπάλη για την ανάπτυξη της επιρροής τους - η καθεμιά για δικό της λογαριασμό - πάνω στις πρώην γερμανικές αποικίες αλλά και σε άλλες περιοχές. Ξέχωρη σημασία γι' αυτές τις δυνάμεις θα έχει ο χώρος της Εγγύς Ανατολής (Στενά Δαρδανελίων, σύνορα με Σοβιετική Ρωσία, πετρέλαια Μοσούλης). Από την άλλη πλευρά, η σοβιετική κυβέρνηση έχει ήδη αρνηθεί όλα τα προνόμια που είχε ο τσαρισμός στην Εγγύς Ανατολή. Παραιτήθηκε από όλους τους άνισους όρους συμφωνιών της τσαρικής Ρωσίας με τους ανατολικούς γείτονές της, διατήρησε όμως όλα τα σημεία ειρηνικών σχέσεων και τους όρους για τα σύνορα. Βασική επίσης αρχή αυτής της σοβιετικής εξουσίας ήταν η αλληλεγγύη του διεθνούς εργατικού κινήματος και η υποστήριξη του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα των λαών και της αυτοδιάθεσης των εθνών.Στα πλαίσια λοιπόν αυτής της πολιτικής πρέπει να αντιμετωπίσουμε την προσέγγιση της σοβιετικής εξουσίας με το κίνημα του Τούρκου ηγέτη Κεμάλ. Επίσης, μετά την ήττα των ιμπεριαλιστών στην επέμβαση στη Σοβιετική Ρωσία (1918-'19), η Εγγύς Ανατολή απέκτησε για το διεθνή ιμπεριαλισμό τη σημασία του αντισοβιετικού στρατιωτικοπολεμικού προγεφυρώματος.Χαρακτηριστική μάλιστα αυτής της επιλογής ήταν η πρόταση του Γάλλου στρατηγού Le Bourgogne, αρχηγού των γαλλικών δυνάμεων κατοχής στην Κωνσταντινούπολη, για τη σύναψη συμφωνίας Γαλλίας - Κεμάλ. Υποστήριξε ότι ο κεμαλικός στρατός ήταν τότε ο μοναδικός που μπορούσε «να δράσει εναντίον των μπολσεβίκων».Επομένως, η δημιουργία σχέσεων καλής γειτονίας και συνεργασίας του σοβιετικού κράτους με το κεμαλικό κίνημα δυνάμωνε τον απελευθερωτικό αγώνα των Τούρκων και ταυτόχρονα προάσπιζε την εδαφική ακεραιότητα της Σοβιετικής Ρωσίας.Το Μάρτη του 1920 συγκροτείται η επαναστατική κυβέρνηση της Αγκυρας. Η σοβιετική κυβέρνηση θα την αναγνωρίσει. Ενα μήνα αργότερα, ο ίδιος ο Κεμάλ, με επιστολή του στον Β. Ι. Λένιν, ζητά τη σύναψη διπλωματικών σχέσεων. Την επόμενη χρονιά, 1921, το Μάρτη, υπογράφεται στη Μόσχα τουρκοσοβιετική συμφωνία φιλίας και συνεργασίας. Η απόφαση του Κεμάλ να προσεγγίσει το σοβιετικό κράτος έδειχνε ότι αναγνωρίζει τη σοβιετική εξουσία και αποδέχεται το πνεύμα της εξωτερικής της πολιτικής. Βέβαια, αυτή η στάση της κεμαλικής ηγεσίας δεν ήταν πάντοτε σταθερή. Για παράδειγμα, αργότερα, μετά την επικράτηση της εθνικοαστικής επανάστασης στην Τουρκία, η κεμαλική αντιπροσωπεία στις διαπραγματεύσεις της Λοζάνης θα αντιταχθεί στη συμμετοχή Σοβιετικών αντιπροσώπων στην επιτροπή από εμπειρογνώμονες για την εξέταση του προβλήματος των Στενών των Δαρδανελίων (Δεκέμβρης 1922) και θα αποδεχτεί το αγγλικό σχέδιο για το καθεστώς των Στενών. Οι σχέσεις της Σοβιετικής Ρωσίας με τον Κεμάλ και η βοήθεια στην τουρκική επανάσταση θεωρήθηκε από Ελληνες ιστορικούς ως μια αιτία της Μικρασιατικής Καταστροφής. Αυτοί υποστηρίζουν ότι το υλικό, με το οποίο οι Σοβιετικοί εφοδίασαν τους Τούρκους, «χρησιμοποιηθέν υπό της νέας Τουρκίας υπήρξε το φονικώτατον εναντίον των Ελλήνων εν τοις χερσί των Τούρκων όπλον», προσδίνοντας έτσι ανθελληνικές προθέσεις στη Σοβιετική Ρωσία.
Αλλά πριν από την απόφαση των συμμάχων για την αποστολή ελληνικού στρατού στη Μικρασία, είχε πραγματοποιηθεί η συμμετοχή της ελληνικής αστικής τάξης στην ιμπεριαλιστική επέμβαση στη Ρωσία μετά την Οχτωβριανή Επανάσταση.Ο Βενιζέλος, για να αποσπάσει τη διαβεβαίωση του Γάλλου πρωθυπουργού Κλεμανσό για υποστήριξη των ελληνικών αξιώσεων στη Σμύρνη και τη Θράκη, δηλώνει καθαρά την προθυμία του να συστρατεύσει με τους Γάλλους στην Ουκρανία ενάντια στη νεαρή σοβιετική εξουσία. Και από το Λονδίνο τηλεγραφεί στον Ελληνα πρεσβευτή στο Παρίσι: «Παρακαλώ δηλώσατε πρωθυπουργώ και υπουργώ των Εξωτερικών (της Γαλλίας) ότι ο Ελληνικός Στρατός είναι εις την διάθεσίν των και δύναται να χρησιμοποιηθή διά κοινόν αγώνα, πανταχού, όπου αποστολή του ήθελε κριθή αναγκαία»... 2.Και ενώ αυτή ήταν η στάση της επίσημης Ελλάδας απέναντι στο σοβιετικό κράτος, το τελευταίο - στα πλαίσια της ειρηνόφιλης πολιτικής του και των αρχών της αυτοδιάθεσης των εθνών - εφάρμοζε άλλη, διαφορετική πολιτική απέναντί της. Για παράδειγμα, με δήλωσή της η σοβιετική κυβέρνηση παραιτούνταν από το ρωσικό μερίδιο του βαρύτατου εξωτερικού χρέους της Ελλάδας στη Ρωσία. Κατά τη διάρκεια της Μικρασιατικής εκστρατείας, η κυβέρνηση της Σοβιετικής Ρωσίας είχε υποβάλει απευθείας προτάσεις στην κυβέρνηση Γούναρη για ειρηνική διευθέτηση του προβλήματος, οι οποίες αποκρούστηκαν. Υπάρχει η μαρτυρία του τότε Γενικού Γραμματέα του ΣΕΚΕ (Κ), Γ. Κορδάτου, για συγκεκριμένη παρέμβαση της Σοβιετικής Ρωσίας, λίγο πριν από την κατάρρευση του μετώπου. Σοβιετικός απεσταλμένος της 3ης Διεθνούς και του υπουργείου Εξωτερικών και Στρατιωτικών της Σοβιετικής Ρωσίας, ήρθε μυστικά στην Ελλάδα τον Απρίλη του 1922, με εντολή να διερευνήσει τη δυνατότητα μεσολάβησης της χώρας του για ειρηνικό τερματισμό του Μικρασιατικού πολέμου, μέσα από επαφές που θα είχε με την ηγεσία του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος (Αυτός ο τρόπος άφιξης του ξένου απεσταλμένου και η μέθοδος διερεύνησης οφειλόταν στην ανυπαρξία διπλωματικών σχέσεων των δύο κρατών). Συναντήθηκε με τον Γ. Κορδάτο, Γενικό Γραμματέα του ΣΕΚΕ (Κ), τον ενημέρωσε για το σκοπό της παρουσίας του και του ζήτησε να ανακοινώσει στην ελληνική κυβέρνηση την άφιξή του και την επιθυμία της χώρας του για μεσολάβηση στο μικρασιατικό ζήτημα. Η πρότασή του ήταν υπογραφή ανακωχής ανάμεσα στην Ελλάδα και στον Κεμάλ με αυτονομία της περιοχής της Σμύρνης και ως αντάλλαγμα ζητούσε από την ελληνική κυβέρνηση να αναγνωρίσει, έστω και ντε φάκτο, τη σοβιετική εξουσία. Ο ηγέτης του ΣΕΚΕ (Κ) συναντήθηκε με τον Ν. Στράτο (αντιπολίτευση τότε) και τον Α. Καρτάλη (υπουργό στην κυβέρνηση Γούναρη) χωρίς θετικό αποτέλεσμα. Ο τελευταίος μάλιστα, όπως γράφει ο ίδιος ο Κορδάτος, τον έβρισε και τον έδιωξε. Η ζητούμενη αναγνώριση ήταν κάτι το φυσιολογικό μέσα στα πλαίσια της διπλωματικής πρακτικής, χωρίς αυτό να αναιρεί το δικαίωμα της σοβιετικής - όπως κάθε άλλης - κυβέρνησης για αποκατάσταση και ρύθμιση των οικονομικών και πολιτικών σχέσεών της με τις καπιταλιστικές χώρες. 3. Ηδη από το Γενάρη του 1922, που τα κράτη της Αντάντ έστελναν στη σοβιετική κυβέρνηση πρόσκληση για να συμμετάσχει στη διεθνή οικονομική συνδιάσκεψη της Γένοβας, «τα καπιταλιστικά κράτη αναγνώριζαν πως ήταν αναπόφευκτη ανάγκη να αποκαταστήσουν οικονομικές (άρα και πολιτικές) σχέσεις με τη Σοβιετική Ρωσία». Και μάλιστα τη στιγμή που 33 καπιταλιστικές χώρες κάθονταν στο ίδιο τραπέζι με τη Σοβιετική Ρωσία κατά τη συνδιάσκεψη αυτή (Απρίλης - Μάης 1922), το γεγονός αυτό απέδειχνε την ντε φάκτο αναγνώριση του σοβιετικού κράτους, το οποίο έτσι δε βρισκόταν σε καμιά διεθνή απομόνωση. Η ελληνική κυβέρνηση γιατί να μην την αναγνωρίσει και να μην αποδεχτεί διαμεσολάβηση για το Μικρασιατικό ζήτημα όταν ακόμη και η συμμετοχή της στην ουκρανική εκστρατεία κατά τη διάρκεια της ιμπεριαλιστικής επέμβασης, για κατάπνιξη της Οχτωβριανής Επανάστασης, δε στάθηκε ανασταλτικός παράγοντας στο να πάρει πρωτοβουλία η σοβιετική κυβέρνηση;Επομένως, η σοβιετική μεσολαβητική προσπάθεια δεν ήταν τίποτα παραπάνω και τίποτα παρακάτω από μια ενέργεια στα πλαίσια της εξωτερικής πολιτικής του σοβιετικού κράτους. Υπάρχει επίσης άλλη μια σοβιετική πρωτοβουλία. Η νίκη της τουρκικής επανάστασης ανέτρεπε τη Συνθήκη των Σεβρών. Ηταν λοιπόν αναγκαία η σύναψη νέας συνθήκης με βάση την καινούρια πραγματικότητα, μετά από διεθνή συνδιάσκεψη. Η σοβιετική κυβέρνηση, όμως, διέβλεπε τις προθέσεις και εκτιμούσε σωστά τις κινήσεις των κρατών της Αντάντ, τα οποία σκόπευαν να παραμερίσουν τη Σοβιετική Ρωσία από τη μελλοντική συνδιάσκεψη και μάλιστα κατά τη συζήτηση του καθορισμού του καθεστώτος των Στενών. Γι' αυτό με διακοίνωσή της, το Σεπτέμβρη του 1922, ζητούσε τη σύγκληση διεθνούς συνδιάσκεψης (με τη συμμετοχή Αγγλίας, Γαλλίας, Σοβιετικής Ρωσίας, Ιταλίας, Αιγύπτου, Ελλάδας, Τουρκίας, του κράτους των Σέρβων, Κροατών και Σλοβένων, Βουλγαρίας και Ρουμανίας), όπου θα συζητούνταν και θα ρυθμίζονταν τα προβλήματα της Εγγύς Ανατολής και των Στενών. Η πρόταση όμως αυτή δεν υλοποιήθηκε εξαιτίας της αρνητικής στάσης των κρατών της Αντάντ. 4. Τέλος, αρκετά διαφωτιστικό κείμενο για τη στάση της Σοβιετικής Ρωσίας τόσο απέναντι στην Ελλάδα όσο και στην Τουρκία αποτελεί μια σοβιετική διακοίνωση που δημοσιεύτηκε στον «Ριζοσπάστη», στις 18 του Σεπτέμβρη 1922: “Η Ρωσική κυβέρνησις απευθύνουσα την διαμαρτυρίαν της 19ης Ιουλίου προ τας Δυνάμεις τας εποπτευούσας τον Βόσπορον και τα Δαρδανέλλια είχε κατ΄ελάχιστον υπ’ οψει την ουχί άψογον διαγωγίν της Ελλάδος. Αν οι νόμοι οι οποίοι θεωρούνται υποχτρεωτικοί εν καιρώ πολέμω, αλά οι οποίοι τηρούνται μόνο εν καιρώ ειρήνης και οι οποίοι παρεβιασθηκαν από όλα τα Ευρωπαϊκά κράτη κατά τον πόλεμον του 1914 ληφθούν υπόψη σοβαρώς ,τότε η διαγωγή ου μόνον της Ελλάδος αλλά και όλων των υποστηρικτών της είνε άξιοι της αυστηρωτέρας κατακτήσεως. Η Αγγλική κυβέρνησις θα συμφωνήση ότι τα γεγονότα των τελευταίων ολίγων ημερών εξασθενούν την θέσιν της Ελλάδος εν τη Εγγύς Ανατολήν εις τοιαύτης έκτασιν και ηλάτωσιν τόσως σημαντικώς τον κίνδυνον διαταράξεως της ειρήνης εν τη Μαύρη Θαλάσση ώστε η εξέτασις της παραβιάσεως των νόμων του πολέμου του κράτους τούτου να έχει χάση παν ενδιαφέρον. Η Ρωσσική Κυβέρνησις δεν είνε διατεθιμένη να κατταδικάση την Ελλάδαν και τον Ελληνικόν λαόν διότι ανέλαβεν το βάρος του πολέμου το επιβληθέν επί των ασθενών όων της από μέρους της Ευρώπης και περιήλθεν διότι παρεβίασε τον διεθνή νόμον εφ’ όσον η παραβίασις αυτή διεπράχθη επανελλειμένως από αυτάς τας Ευρωπαϊκάς Δυνάμεις. Η Ρωσσική Κυβέρνησις εν τη νότα της 19ης Ιουλίου είχεν υπόψη ουχί την διαγωγήν της Ελλάδος αλλά των Δυτικών Δυνάμεων αι οποίαι χάρις εις την νίκην των απολαμβάνουσιν δεσπόζουσας θέσεως εν Κωνσταντινουπόλει και εκ των οποίων πράγματι εξαρτάται η αποκατάστασις αυτού ή εκείνου του καθεστώτος στα Στενά. Η Ρωσσική Κυβέρνησις φρονεί ότι αι Δυνάμεις της Αντάντ ανοίξασαι τα Στενά εις τον Ελληνικόν Στόλον είνε υπεύθυναι δια την διατάραξιν της ειρήνης εν τη Μαύρη Θαλάσση και δια τας μεγάλας ζημίας αι οποίαι εκ τούτου επηνέχθησαν εις την εμπορικής δράσιν των κρατών τα οποία είνε εγκατεστημένα εις τας παραλλίας της Μαύρης Θαλάσσης….Η Ρωσσική Κυβέρνησις θεωρεί τον Τουρκικόν πόλεμον ως αγώνα του Τουρικού λαού υπέρ της υπάρξεως και ανεξαρτησίας του, αγώνα κατά στην Συνθήκης Σεβρών η οποία θέτει το κυριαρχούν κράτος της Τουρκίας με τας οικονομικάς και πολιτικάς ελευθερίας του υπό την κυριαρχίαν των Ευρωπαϊκών Δυνάμεων. Εν τω αγώνα τουτω η Τουρκία είχεν την συμπάθειεαν του Ρωσσικού λαού. .. Η Ρωσσική κυβέρνησις δεν δύναται να αποκρίψη την έκπληξιν της όταν η Μεγάλη Βρετανία η οποία εφοδιάζει τους Ελληνας με όλο το αναγκαίον υλικόν προς εξακολούθησιν του πολέμου και παρέχει εις αυτύς πάσαν στρατιωτικήν βοήθειαν κατηγορεί την Ρωσσίαν διότι δεν εμποδίζει την Τουρκίαν από το να προασπίση εαυτή. Η Ρωσσία θα ήτο μόνο έτοιμη να βοηθήση να τερματισθη ο πόλεμος ο οποίος είνε καταστρεπτικός δια αμφότερα τα έθνη. Αλαι αι προσπάθιαι της Ρωσσίας εις την κατεύθυνσιν ταύτην απεκρούσθησαν κατηγορηματικώς υπό της Μεγάλης Βρετανίας. Η Ρωσσική κυβέρνησις δις επρότεινε όπως η Τουρκία κληθή εις την Διάσκεψιν της Γεννούης αλλά η Μεγάλη Βρετανία και οι σύμμαχοι της απέκρουσαν την πρότασιν…Αι συνδιαλακτικαί προτάσεις της Ρωσσίας απεδείχθησαν άκαρπαι και ο Ελληνοτουρκικός πόλεμος αφέθη να εξακολουθήση την πορείαν του..”Τα παραπάνω αποκρούουν την όποια διαστρέβλωση των θέσεων και πρακτικής της σοβιετικής κυβέρνησης για το Μικρασιατικό πόλεμο.Βεβαίως, παρά τις προσπάθειες του ΣΕΚΕ αλλά και του πρώτου στον κόσμο εργατικού κράτους της Σοβιετικής Ρωσίας, η ολοκληρωτική καταστροφή δεν αποφεύχθηκε και η ευθύνη γι' αυτό βαρύνει απόλυτα τα ιμπεριαλιστικά κράτη και την πολιτική τους, αλλά και την αστική τάξη της Ελλάδας και τις κυβερνήσεις της.
Αναδημ. Α. Χατζηκώστας |