Οι κατοχικές κυβερνήσεις και οι ...υπόλοιποι
Είναι
ανακριβές ότι ο αστικός πολιτικός κόσμος, που δεν μπήκε στις κυβερνήσεις των
κουίσλινγκ, ήταν αμέτοχος στη συγκρότησή τους και ότι αυτές δεν είχαν τη σύμφωνη
γνώμη του. Το αντίθετο. Και να τι έγραφαν οι αθηναϊκές εφημερίδες της 8ης Μάη
1941: «Ο πρωθυπουργός κ. Τσολάκογλου εδέχθη χθες τους πολιτικούς ηγέτας της
χώρας, κ. κ. Πάγκαλον, Γονατάν, Οθωναίον, Μάξιμον, Κ. Τσαλδάρην, Γ. Παπανδρέου,
Π. Κανελλόπουλον, Β. Δηλιγιάννην, Γ. Πεσματζόγλου, Γ. Μερκούρην, Βελέντζαν και
Περ. Ράλλην. Μετά τας συνομιλίας εδόθη εις τον Τύπον η κάτωθι επίσημος
ανακοίνωσις: "Ο κ. πρωθυπουργός ήκουσε μετά προσοχής τας γνώμας των ανδρών
τούτων, αφού εξέθεσε την κατάστασιν και τας ακολουθητέας κατευθύνσεις της
κυβερνήσεως. Πάντες ανεγνώρισαν ότι η Κυβέρνησις Εθνικής Ανάγκης είναι
επιβεβλημένον να υποστηριχθή εκ μέρους πάντων των Ελλήνων άνευ επιφυλάξεων και
ειλικρινώς. Επίσης πάντες ανεγνώρισαν το σφάλμα του εκπεσόντος καθεστώτος να
κηρύξη τον πόλεμον κατά της Γερμανίας και διεκήρυξαν το χάσμα, το οποίον
χωρίζει την Ελλάδα από την κυβέρνησιν των εν Κρήτη εγκατασταθέντων φυγάδων.
Πολλοί εξ αυτών εξεδήλωσαν τον ζωηρόν αποτροπιασμόν των, διότι οι φυγάδες ούτοι
δεν συνεταύτισαν τας τύχας των με τον ελληνικόν Λαόν, τον οποίον, εκτός της
συμφοράς του πολέμου, απεγύμνωσαν διά της αφαιρέσεως του Δημοσίου
Χρήματος"...» (Κ. Πυρομάγλου, «Ο Γεώργιος Καρτάλης και η εποχή του»,
εκδόσεις «Ιστορική Ερευνα», σελ. 136-137).
Το
μεγαλύτερο τμήμα του αστικού πολιτικού κόσμου της εποχής ανήκει στους «απόντες»
του αγώνα. Ο Θ. Σοφούλης, αρχηγός των «Φιλελευθέρων», ο Γ. Καφαντάρης, των
«Προοδευτικών», ο Ι. Σοφιανόπουλος, του «Αγροτικού Κόμματος», ο Γ. Παπανδρέου,
του «Δημοκρατικού Σοσιαλιστικού Κόμματος», ο Παν. Κανελλόπουλος, του «Εθνικού
Ενωτικού Κόμματος», ο Κ. Καραμανλής, του «Λαϊκού Κόμματος», απείχαν ουσιαστικά,
ορισμένοι και τυπικά, ενώ ο Στυλ. Γονατάς, υπαρχηγός του «Κόμματος των
Φιλελευθέρων», καθοδήγησε την ίδρυση των «Ταγμάτων Ασφαλείας» του Ι. Ράλλη. Ο Γ.
Καφαντάρης, σε πρόταση που του έγινε από το ΚΚΕ να προσχωρήσει στην Αντίσταση,
απάντησε: «Οι Ελληνες να μη νοιάζονται, το ζήτημα θα το λύσουν οι σύμμαχοι»
(δηλαδή οι Εγγλέζοι) (Π. Ρούσος, ό. π., σελ. 137). Την ίδια στάση κράτησαν στις
προτάσεις του ΚΚΕ και άλλοι. Στον Γ. Παπανδρέου, στον οποίο έγινε πρόταση να
ηγηθεί του ΕΑΜ, ανήκει το επίσης κατηγορηματικό «όχι», που έδωσε ως απάντηση.
Εξάλλου, από τη Νίκαια της Γαλλίας, όπου είχε μετεγκατασταθεί, ο Ν. Πλαστήρας
καλούσε το λαό με επιστολή του να συνεργαστεί με τους κατακτητές. Παραθέτουμε
το σχετικό γράμμα του Ν. Πλαστήρα: «Είμαι της γνώμης ότι πρέπει να γίνει
κυβέρνησις φιλογερμανική, για να καταστήσωμεν ολιγώτερον οδυνηράν την ήτταν.
Αυτό πρέπει να γίνη και αν ακόμη θα ηξεύραμε ότι ο πόλεμος θα ετελείωνε και
μετά τινας μόνον μήνας με τελείαν ήτταν του άξονος (όπερ απίθανον)» («Η
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ», 14 Σεπτέμβρη 1998). Να σημειωθεί ότι αυτό το γράμμα στάλθηκε την
21η Απρίλη 1941, κι ενώ οι Γερμανοί είχαν περάσει τη Λάρισα και κατέβαιναν προς
την Αθήνα. Ετσι, εκτός από τους συνεργάτες των Γερμανών, το άλλο τμήμα του
αστικού πολιτικού κόσμου εγκατέλειψε την Ελλάδα και πήγε στη Μέση Ανατολή.
Ελάχιστοι δε πέρασαν στο ΕΑΜ, ενώ ένα μικρό μέρος τους οργάνωσε ένοπλα τμήματα
(π.χ. ΕΔΕΣ) που συνεργαζόταν και με τους Αγγλους και με τους Γερμανούς.
Ο αστικός
πολιτικός κόσμος είχε βαθύτατη συνείδηση ότι ο λαϊκός αγώνας κατά των
κατακτητών είχε κατά βάθος ταξικό περιεχόμενο. Δεν ξεγελιόταν από το
εθνικοαπελευθερωτικό στοιχείο του, που «υπερκάλυπτε», σε μεγάλο βαθμό, το
κοινωνικό. Κατανοούσε καλά πως ο ερχομός των λαϊκών μαζών στο προσκήνιο, έστω
με αφετηρία την εθνική απελευθέρωση, δε γινόταν να περιοριστεί σ' αυτήν, απ' τα
ίδια τα πράγματα, αφού τα δύο παραπάνω στοιχεία συνυπήρχαν. Και ότι, στην
πορεία της πάλης, έτσι κι αλλιώς, θα οξύνονταν και τα αντικαπιταλιστικά
κριτήρια των λαϊκών μαζών. Γιατί την ίδια στιγμή που 100άδες χιλιάδες άνθρωποι
πέθαιναν από την πείνα κι η δυστυχία ήταν ο καθημερινός σύντροφος των
υπολοίπων, κάποιοι θησαύριζαν. Η εκμετάλλευση της εργατικής τάξης από το
κεφάλαιο και η εξαθλίωση μεγάλου τμήματος της αγροτιάς δεν οφείλονταν μόνο
στους κατακτητές. Μαζί με τους τελευταίους υπήρχε και η ντόπια αστική τάξη.
Κατά συνέπεια κατανοούσαν ότι σε κάποια στιγμή η λαϊκή αντίθεση μπορούσε να
στραφεί εναντίον όλων. Ταυτόχρονα, ο αστικός πολιτικός κόσμος είχε καθαρό ότι ο
ξεσηκωμός του λαού θα τον αφύπνιζε και σε ό,τι αφορούσε στη στάση των αστικών
κομμάτων στα προηγούμενα χρόνια, οπότε είχαν παραδώσει την εξουσία στην 4η
Αυγούστου. Γι' αυτό και έκαναν ό,τι περνούσε απ' το χέρι τους για να μείνει ο
λαός υποταγμένος. Η καλλιέργεια της ηττοπάθειας, του «ρεαλισμού» (!) και της
κινδυνολογίας - μαζί με τον αντικομμουνισμό - οργίασε!
Στο
διάστημα 17 έως 20 Μάη 1944 συνήλθε στη Βηρυτό σύσκεψη των ελληνικών πολιτικών
δυνάμεων και εθνικοαπελευθερωτικών οργανώσεων, που έμεινε στην ιστορία ως
«Συνέδριο του Λιβάνου». Στο Συνέδριο συμμετείχαν ουσιαστικά το ΕΑΜ και η ΠΕΕΑ
που είχαν στα χέρια τους την πραγματική εξουσία και, από την άλλη, η κυβέρνηση
του Γ. Παπανδρέου που δεν είχε κανένα λαϊκό έρεισμα στην Ελλάδα, ο ΕΔΕΣ και η
ΕΚΚΑ, επίσης χωρίς σημαντικό λαϊκό έρεισμα στην Ελλάδα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου