Με
μεγάλη συμμετοχή κόσμου (μεταξύ των οποίων και ο Δήμαρχος Αλεξάνδρειας Φώτης
Δημητριάδης) πραγματοποιήθηκε η παρουσίαση του βιβλίου «Δυτικά του Αλιάκμονα»
στην Αλεξάνδρεια, την Τετάρτη 8 Γενάρη, στην αίθουσα του Δημοτικού Συμβουλίου. Την
εκδήλωση άνοιξε ο Χρήστος Αλευράς δημοτικός σύμβουλος και εικαστικός
(που είχε και τον συντονισμό της) που ανάμεσα στ’ άλλα σημείωσε; «…Ο συγγραφέας
διαθέτοντας αφηγηματικό ταλέντο, αξιοποιεί με ικανότητα την δυνατότητα του να
ξεχωρίζει μέσα στις πολυποίκιλες συνθήκες της ζωής εκείνο το χαρακτηριστικό,
μοναδικό αξιόλογο χτυπητό γεγονός ή περιστατικό που μπορεί να αναλάβει το βάρος
της οικοδόμησης του διηγήματος και εκεί ακριβώς στηρίζει την οικοδόμηση του
διηγήματος. Με καθαρά προσωπικό ύφος επιτυγχάνει άριστα την αναπαράσταση
καταστάσεων που οδηγούν τον αναγνώστη στην αναγωγή διαπιστώσεων, αλλά και
μεθοδεύει την εξαγωγή συμπερασμάτων τόσο για την ζωή όσος και για την κοινωνία.
Απόλυτα έντιμος και στη γραφή του με τις πολιτικές του πεποιθήσεις με
ειλικρίνεια ιδεών και ακρίβεια εκφράσεων, με ορθότητα και καθαρότητα, με λόγο
σύντομο, χωρίς περιττολογίες ή βερμπαλισμό, γράφει με φυσικότητα, μια γραφή
αβίαστη και ειλικρινή….»
Στη συνέχεια, αναλυτικά
για το βιβλίο μίλησαν ο Γιάννης Μοσχόπουλος, δικηγόρος-συγγραφέας και ο
Παντελής Τσαλουχίδης, φιλόλογος-κριτικός λογοτεχνίας.
Ο Γιάννης Μοσχόπουλος τόνισε στη ομιλία τους: «Τον Αλ. τον
Χατζηκώστα τον γνώρισα μέσα από τις συνευρέσεις μας σε αρκετές ημερίδες και
συνέδρια για διάφορα ιστορικά θέματα της Βέροιας και της Ημαθίας. Θυμάμαι πάντα
τις εύστοχες και ουσιαστικές ερωτήσεις του σε εισηγητές, οι οποίες απαιτούσαν
απαντήσεις, που έπρεπε να θέτουν τον τύπο επί των ήλων. Έτσι μετά από τις
πρώτες συζητήσεις μας σε πηγαδάκια τέτοιων συναθροίσεων, αναπτύχθηκε μία
αμοιβαία εκτίμηση, αποτέλεσμα της οποίας είναι και η τιμητική πρόσκλησή του να
παρουσιάσω το βιβλίο του ΔΥΤΙΚΑ ΤΟΥ ΑΛΙΑΚΜΟΝΑ.
Κατ’ αρχήν μου άρεσε ο
τίτλος του, επειδή περιέχει την λέξη ΑΛΙΑΚΜΟΝΑ, το ποτάμι της Ημαθίας. Προς την
ίδια κατεύθυνση είναι και η εντυπωσιακά ωραία φωτογραφία του εξωφύλλου, που
αναδεικνύει το ποτάμι σε ισχυρό ποτάμιο θεό, ο οποίος σκίζει βουνά για να
φθάσει ως τον κάμπο μας.
Ο συγγραφέας βέβαια
οριοθετεί με τον τίτλο του βιβλίου ότι ασχολείται με τα δυτικά του Αλιάκμονα
θέματα, δηλαδή με την Βέροια, όπως μπορώ να ερμηνεύσω.
Εγώ βέβαια εγώ, ως
ασχολούμενος με την ιστορική έρευνα, θα επισημάνω όσα αφορούν τις εποχές
στις οποίες αναφέρεται ο συγγραφέας, δηλαδή για ζωές και πολιτικές στάσεις
ανθρώπων μιάς επαρχιακής πόλης ΔΥΤΙΚΑ ΤΟΥ ΑΛΙΑΚΜΟΝΑ από την προπολεμική εποχή
μέχρι και σήμερα.
Πρόκειται για μικρές
ιστορίες από εννέα διηγήματα με σαφείς πολιτικές αναφορές στην εποχή της
δικτατορίας του Μεταξά, της κατοχής, της δικτατορίας της Χούντας, της
μεταπολίτευσης, καθώς και της σύγχρονης εποχής με την τρέχουσα οικονομική
κρίση. Κάθε ένα από αυτά καταλήγει σε ένα σαφές πολιτικό μήνυμα υπέρ των θέσεων
της αριστερής ιδεολογίας.
Μεταφέρει το
αναγνώστη στο κλίμα εκείνων των εποχών. Διαβάζοντάς του μου θύμισε τον
πατέρα μου, όταν άκουγε ειδήσεις από ξένους ραδιοφωνικούς σταθμούς τον καιρό
της Χούντας, τη μητέρα μου που διάβαζε «Ρομάντζο», τα μαθητικά μου χρόνια στο
Γυμνάσιο με την έπαρση και υποστολή της σημαίας, το κούρεμα, κ.ά. Πέραν των αριστερών
πολιτικών μηνυμάτων, στο 3ο διήγημά του αναδεικνύει τη σχέση πατέρα και
γιού, ενώ στο 5ο υπάρχει σαφής αναφορά στη δύναμη του έρωτα, όπως το ίδιο
συμβαίνει και στο 6ο διήγημα του. Αλλά και το κλίμα των συνθηκών της
στρατιωτικής θητείας με τους φαντάρους Β΄ κατηγορίας εκτίθεται στο 6ο διήγημα,
ενώ το 7ο είναι μια έξυπνη ιστορία που στηλιτεύει την παντοδυναμία του κέρδους
σε βάρος της ανθρώπινης υπόστασης και αξιοπρέπειας. Το «Βεράνι» (: ερείπιο)
είναι το καλύτερο των διηγημάτων του, κι επειδή γνωρίζω την χρόνια έρευνα που
κάνει ο Αλέκος στα Γ.Α.Κ., νομίζω ότι στηρίζεται σε αληθινή ή αληθινές
ιστορίες. Σ’ αυτό τονίζει τον κορμό της δεξιάς ιδεολογίας (από την εποχή του
Μεταξά, την κατοχή, την εποχή της βίας και νοθείας) στο ρόλο του
θύτη και της αριστεράς στο ρόλο του κυνηγημένου θηράματος. Ούτε ο
έρωτας ήταν ανεκτός στην ακραία αντιπαλότητα των δεξιών κατά των αριστερών. Με
το 9ο διήγημα αποκαλύπτει του «παπανδρεϊκούς» ή «κεντρώους» και δίνει
κατεύθυνση, ότι μόνο η ριζοσπαστική αριστερή στάση είναι η λύση σε κάθε είδους
πρόβλημα, που επιμελώς συγκάλυπτε ο κάθε απλός πολίτης, πού φρόντιζε μόνο τον
εαυτούλη του.
Ο Αλέκος Χατζηκώστας
εκτός από τη δημοσιογραφία, μέχρι τώρα έχει ασχοληθεί με την ιστορική
έρευνα για τα πολιτικά δρώμενα της σύγχρονης πολιτικής διαδρομής του
τόπου μας, σαφώς ιδωμένα με την αριστερή οπτική γωνία. Τώρα με το βιβλίο του,
προσπαθεί να διδάξει ιστορία και να μας εισαγάγει στις αγωνίες αλλά και τις
στοχεύσεις της αριστεράς μέσα από απλές καθημερινές ιστορίες ανθρώπων της
διπλανής μας πόρτας.
Οι εποχές μέσα στις
οποίες εκτυλίσσονται οι ιστορίες του Αλέκου είναι η σύγχρονη εποχή,
είναι όσα ακούσαμε και ζήσαμε από τους γονείς μας ή τους παππούδες μας,
κι όλα όσα ζήσαμε κι εμείς ως παιδιά ή ως φοιτητές. Σε μένα επανέφερε τις
ισχυρές μνήμες παρόμοιων περιστατικών.
Διαβάζοντας όμως το
βιβλίο, στεναχωρέθηκα, επειδή πλέον διαπίστωσα ότι και η δική μας η γενιά, έχει
γίνει … ιστορία και ασχολούνται πλέον με μας και η έρευνα και η πεζογραφία,
όπως κάνει ο Αλέκος με το βιβλίο του.»
Στο
τέλος ο συγγραφέας, αφού ευχαρίστησε τους παρευρισκόμενους και τους ομιλητές
υπογράμμισε ανάμεσα στ’ άλλα: «…Για
το περιεχόμενο των διηγημάτων μου:
-Έχουν ως βάση
κοινωνικά-πολιτικά γεγονότα που συνέβησαν τα τελευταία 40 χρόνια
- Δεν είναι καθαρά αυτοβιογραφικά,
απλά αφορούν ιστορίες που άκουσα ή έζησα- κάπως έτσι θα ‘λεγα- ντυμένα πάντα με
το στοιχείο της μυθοπλασίας, ενώ υπάρχουν και διηγήματα που το μόνο αληθινό
είναι το κοινωνικό-πολιτικό στοιχείο και η όλη ατμόσφαιρα.
- Δεν διεκδικώ
λογοτεχνικές δάφνες. Η κύρια ενασχόληση μου είναι με τα ζητήματα της ιστορίας
(τοπικής και όχι μόνο). Γι’αυτό και πειραματίστηκα και στον τρόπο γραφής τους
όσο και στη φόρμα τους. Ήμουν και είμαι οπαδός της άποψης ότι το διήγημα θα
πρέπει σύντομα και με σαφήνεια να παρουσιάζει μία ιστορία, με αρχή-μέση και
τέλος, ώστε ο αναγνώστης τελειώνοντας της να του έχει μείνει κάτι. Το μέγεθος
που πάντα με συγκινούσε ήταν το εξαιρετικό μικρό- λίγων σελίδων μόνο- κάτι που
το κράτησα στη συγκεκριμένη συλλογή. Εξαίρεση το «Βεράνι» που θα μπορούσε άνετα
με μια μεγαλύτερη επεξεργασία να κυκλοφορήσει και ως αυτοτελή νουβέλα.
Ποια η χρησιμότητα τους
σε περιόδους βαθειάς κρίσης-σύγχρονης βαρβαρότητας σαν αυτή που περνάμε;
Μπορεί η τέχνη να είναι
η αντίσταση στην εξουσία των όπλων; Μπορεί μια ζωγραφιά, ένα θεατρικό έργο, ένα
ποίημα, ένα τραγούδι, να αφυπνίσει συνειδήσεις; Μπορεί ένας μοναχικός
καλλιτέχνης να τα βάλει με τους κυρίαρχους της Γης; Όχι βέβαια. Αν μπορούσε να
συμβεί, δε θα ζούσαμε σε έναν πλανήτη πολύμορφης βίας. Όμως ένας καλλιτέχνης,
λογοτέχνης μπορεί, οφείλει στο ταλέντο του, να αφιερώνει την τέχνη του σε ένα
σκοπό: στην καταγγελία όσων τραυματίζουν τις κοινωνίες, απαξιώνουν τη ζωή και
τον άνθρωπο. Αυτή την τέχνη την είπαν «στρατευμένη» για να την απαξιώσουν. Αλλά
εκείνη άντεξε, καταξιώθηκε και αποτελεί «προσευχητάρι» των λαών.
Οι τέχνες μπορούν να
προσφέρουν παρηγοριά και διέξοδο. Μπορούν επίσης να αλλάξουν τον τρόπο που
σκεπτόμαστε. Ακόμα και σε δύσκολους καιρούς, υπάρχει περιθώριο για τον πλούτο
της δημιουργίας. Ο ρόλος της λογοτεχνίας, για να γίνω συγκεκριμένος, συνίσταται
στο να εξηγήσει τι μάς συμβαίνει. Η οικονομική κρίση πρέπει να αναλυθεί από
έργα τέχνης, απ' αυτό που ευρύτερα ονομάζουμε κουλτούρα, ειδικά σήμερα που τα
πράγματα είναι εξαιρετικά περίπλοκα. Πρέπει να απαιτήσουμε την αναδημιουργία
του δημόσιου χώρου, την ποιότητα της δημόσιας ζωής και σ' αυτό η τέχνη μπορεί
να βοηθήσει.
Μήπως μπλέκω την Τέχνη
με την πολιτική;Έγραφε ο Μπ. Μπρεχτ στα 1938:
Πώς μπορώ να κρατήσω έξω
από τα γραπτά μου ό,τι έχει επηρεάσει τη ζωή μου; Κι όπου κι αν κοιτάξω, βλέπω
ανθρώπους που υποφέρουν από τέτοιες συμφορές. Αλλά αν καταστραφεί η
ανθρωπιά, δεν θα υπάρχει πια τέχνη. Τέχνη δεν είναι να βάζει κανείς ωραίες
λέξεις τη μία δίπλα στην άλλη. Πώς να συγκινήσει η τέχνη τους ανθρώπους, όταν
δεν συγκινείται η ίδια από τη μοίρα τους; Αν εγώ σκληρύνω απέναντι στα βάσανά
τους, τότε πώς θα ξαλαφρώσω τις καρδιές τους με το γράψιμό μου; Κι όταν δεν
προσπαθώ να βρω μια διέξοδο για τα βάσανά τους, τότε πως θα μπορέσουν αυτοί να
βρουν το δρόμο για τα γραπτά μου Γιατί στους καιρούς αυτούς η ανθρωπιά πρέπει
να γίνει αγωνιστική για να μην εξοντωθεί…» Μετά τις ομιλίες ακολούθησε
πλούσιος διάλογος για πλευρές του βιβλίου αλλά και για γενικότερα ζητήματα όπως
ο ρόλος της «στρατευμένης Τέχνης» στην εποχή μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου