Είκοσι επτά χρόνια απουσίας του μεγάλου μας δημιουργού, του «χαράκτη του αγώνα», του Τάσσου (Αλεβίζου), του καλλιτέχνη που λάμπρυνε την ελληνική τέχνη και τη ζωή του τόπου μας, συμπληρώνονται στις 13/10. Το διαχρονικό, οικουμενικό και βαθιά ανθρώπινο έργο του αποτέλεσε ύμνο στη Μητέρα, στη Γυναίκα, στην Αντίσταση, στην Ειρήνη. Κραυγή διαμαρτυρίας για τη χούντα, τον πόλεμο στο Βιετνάμ, τη διχοτόμηση της Κύπρου... Εξοπλισμένος με τα ιδανικά του ΚΚΕ, αλλά και με την ελληνική παράδοση, ο Τάσσος Α. άφησε πίσω του ένα μεγαλειώδες εικαστικό έργο, ακριβό κειμήλιο για τους νεότερους, που οφείλουν να το διαφυλάξουν. Το έργο του, πρωτότυπο, ρωμαλέο και σύγχρονο, αποτυπώνει το σφυγμό, το πάθος, τις ελπίδες και τους αγώνες του λαού μας, ανοίγοντας νέους ορίζοντες στην ελληνική και παγκόσμια χαρακτική. Η καλλιτεχνική του δύναμη και ελευθερία δεν μπορούσε παρά να εκφραστεί σε μεγάλες επιφάνειες. Επιφάνειες που παρά το μαυρόασπρο συνήθως χρώμα τους, το μέγεθος, τη δωρική επικότητα της φόρμας και του περιεχομένου τους, είναι ανάλαφρες και φωτεινές. Κρύβουν μία απίστευτη τρυφερότητα. Εχουν το μέτρο του ανθρώπου και του κόσμου... |
Ξυλογραφία: Η τέχνη του λαού |
Πιστός στις αρχές του Κομμουνιστικού Κόμματος
Ελλάδας, ο Τάσσος Αλεβίζος μπήκε στην αντιστασιακή χαρακτική, πορευόμενος από
πριν το δρόμο της επαναστατικής τέχνης. Σε ηλικία 18 ετών παρουσιάζει έργα του
στο περιοδικό «Νέοι Πρωτοπόροι» και λίγο αργότερα στον «Ριζοσπάστη». Η
εκφραστικότητα, η δραματικότητα, οι τρόποι καλλιτεχνικής απόδοσης
εναρμονίζονται με τη διεθνή επαναστατική τέχνη. Ταυτόχρονα, όμως, υπάρχει και
μια δεύτερη αρχή, που συνδέεται με τις εθνικές - λυρικές παραδόσεις του
δασκάλου του, του Κεφαλληνού. Μέσα σ' αυτές τις ήδη διαμορφωμένες θέσεις από τη
δεκαετία του '30, ο καλλιτέχνης μπαίνει ενεργά στον αγώνα ενάντια στους
Γερμανούς κατακτητές. Το χάραγμα στο ξύλο συνεχίζει να επικεντρώνει το
ενδιαφέρον του, αφού την ξυλογραφία τη θεωρεί ο Τάσσος ως «την τέχνη του λαού».
Ο Τάσσος γεννήθηκε στη Μεσσηνία, το 1914. Μικρός
παρακολούθησε μαθήματα ζωγραφικής κοντά στον Γιώργο Κωτσάκη. Το 1930, σε ηλικία
δεκαέξι ετών, έγινε δεκτός στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας. Εκεί
παρακολούθησε μαθήματα γλυπτικής και ζωγραφικής στα εργαστήρια του Θ.
Θωμόπουλου, του Ουμβ. Αργυρού και του Κ. Παρθένη. Από το 1933 και μέχρι την
αποφοίτησή του από τη Σχολή, το 1939, παρακολούθησε μαθήματα χαρακτικής στο
εργαστήριο του Γ. Κεφαλληνού. Συνέχισε τις σπουδές του στο Παρίσι, στη Ρώμη και
στη Φλωρεντία. Το 1930 γίνεται μέλος της ΟΚΝΕ. Ο ελληνοϊταλικός πόλεμος βρίσκει
το δάσκαλο του Τάσσου, τον Γ. Κεφαλληνό, και τους επίλεκτους μαθητές του
μπροστάρηδες στην ενίσχυση του πρώτου αντιφασιστικού αγώνα των Ελλήνων. «Τι
έδωσες εσύ;», τιτλοφορείται μια από τις αφίσες του Τάσσου για τη μάχη κατά του
Μουσολίνι. Κι ακολουθούν τα χρόνια της Κατοχής και της ηρωικής Εθνικής
Αντίστασης. Τα χρόνια 1940-1944 ο Τάσσος παίρνει μέρος στον αγώνα ως στέλεχος
της ΕΠΟΝ και του ΕΑΜ. Δουλεύει στην Επιτροπή Διαφώτισης της ΚΟΑ, με
καθοδηγήτρια την Ηλέκτρα. Οι πιο επίλεκτοι μαθητές του Κεφαλληνού πρωτοστάτησαν
με τα έργα τους στην προπαγάνδιση της ΕΑΜικής Αντίστασης. Λ. Μαγγιώρου, Β.
Κατράκη, Φ. Ζαχαρίου, Μ. Μακρής, Σπ. Βασιλείου, Κ. Γραμματόπουλος, Α.
Αστεριάδης, Χρ. Δαγκλής, Γ. Σικελιώτης και άλλοι ζωγράφοι και χαράκτες άνδρωσαν
με τα έργα τους την επική μάχη της λευτεριάς.
Ξεχωριστή και
πολύτιμη ήταν η προσφορά του Τάσσου στον παράνομο αντιστασιακό Τύπο. Οπως ο
ίδιος ανέφερε, «δουλεύαμε πλάι στα παράνομα τυπογραφεία, φτιάχνοντας σε ξύλο
και λινόλεουμ τις μήτρες για τις αφίσες και τα συνθήματα των αντιστασιακών
οργανώσεων». Το σημαντικότερο έντυπο του οργανωμένου αγώνα του ελληνικού λαού
για τη λευτεριά του ήταν το λεύκωμα του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, που κυκλοφόρησε στις 25 του
Μάρτη του 1943. Η επεξεργασία της έκδοσης έγινε στο ατελιέ του Μ. Μακρή, κοντά
στην εκκλησία του Αγ. Σπυρίδωνα, στο Παγκράτι. Στο λεύκωμα δημιούργησαν
ξυλογραφίες οι: Βάσω Κατράκη, Λουκία Μαγγιώρου, Τάσσος Αλεβίζος και Γιώργος
Βελισσαρίδης. Το επόμενο λεύκωμα κυκλοφόρησε το 1945, από την ομάδα των
καλλιτεχνών και λογοτεχνών της Εθνικής Αντίστασης, με τίτλο «Για τη χιλιάκριβη
τη λευτεριά». Το κοσμούσαν ξυλογραφίες των Γ. Βελισσαρίδη, Α. Τάσσου και Λ.
Μαγγιώρου.
Η κηδεία των θυμάτων της ένοπλης επίθεσης
(Δεκεμβης 1944). Χαρακτικό του Τάσσου
Αποτύπωση του αγώνα
Την Πρωτομαγιά του 1945,
επέτειο της εκτέλεσης, το 1944, διακοσίων πατριωτών από τους κατακτητές,
κυκλοφορεί το λεύκωμα «Θυσιαστήριο της λευτεριάς», με ξυλογραφίες των: Αλ.
Κορογιαννάκη, Γ. Βελισσαρίδη, Β. Κατράκη, Τάσσου, Λ. Μαγγιώρου, Γ. Μανουσάκη.
Το 1944 το ΕΑΜ εικαστικών καλλιτεχνών αποφασίζει να συμμετάσχει στην πανελλήνια
έκθεση, η οποία τελούσε υπό το άγρυπνο μάτι των κατακτητών. Το αποτέλεσμα: Οι
Γερμανοί σταμάτησαν την έκθεση σε λίγες μέρες και έκλεισαν για 40 μέρες στις
φυλακές Αβέρωφ τον Τάσσο και τους Κεφαλληνό, Κορογιαννάκη, Κανά.
Παράλληλα με τη
χαρακτική δημιουργία, ο Τάσσος υπηρέτησε με μεράκι την τέχνη του βιβλίου. Το
σύνολο των βιβλίων που εικονογράφησε ξεπερνούν τα εξήντα, σ' ένα διάστημα 45
χρόνων. Πρόκειται για βιβλία στα οποία σχεδίασε εξ αρχής την εικονογράφηση και
όχι για εκδόσεις στις οποίες ανατυπώθηκαν γνωστές ξυλογραφίες του. Αμέσως μετά
τον πόλεμο, και συγκεκριμένα το 1945, ιδρύεται από το ΚΚΕ η εκδοτική εταιρεία
«Τα Νέα Βιβλία» και ο Τάσσος αναλαμβάνει καλλιτεχνικός υπεύθυνος. Στα τρία
χρόνια λειτουργίας της, κυκλοφόρησαν βιβλία με κοινωνικό περιεχόμενο, ιστορικές
μονογραφίες, μελέτες για σπουδαίους ποιητές, καθώς και παλαιότερες ή νέες
ποιητικές συλλογές. Σ' αυτή την περίοδο συνεργάζεται με την Αυγή Σακαλή, την
Σοφία Μαυροειδή - Παπαδάκη, τον Βασίλη Ρώτα, τον Μενέλαο Λουντέμη και το στενό
του φίλο Δημήτρη Φωτιάδη. Ειδικά για την έκδοση του «Μακρυγιάννη» σχεδίασε ένα
υπέροχο εξώφυλλο με την αυστηρή, αλλά και ταυτόχρονα φιλική μορφή του αγωνιστή.
Ως καλλιτεχνικός
σύμβουλος του τυπογραφείου Ασπιώτη - Ελκα από το 1948, γνώρισε τις νέες
εξελίξεις στην τυπογραφία και ασχολήθηκε με την εικονογράφηση βιβλιοφιλικών
εκδόσεων. Παράλληλα - και για δέκα χρόνια - συνεργάστηκε με τον τότε Οργανισμό
Εκδόσεως Σχολικών Βιβλίων. Ακόμη, προχώρησε σε προσωπικές εκδόσεις λευκωμάτων.
Οι εκδόσεις αυτές ξεκινούν το 1953 με το λεύκωμα «Στων Ψαρών την ολόμαυρη
ράχη».
Κατά τη δεκαετία του
1960 η θεματογραφία του άρχισε να επικεντρώνεται στην απόδοση της ανθρώπινης
μορφής. Εγκατέλειψε σταδιακά το χρώμα, χάραζε όλο και μεγαλύτερες πλάκες ξύλου
και άρχισε να δημιουργεί θεματικές ενότητες σε τρίπτυχα ή τετράπτυχα. Η στροφή
του χαράκτη, που παρατηρείται στις αρχές της δεκαετίας του '60, είναι εμφανής
στα «Ματωμένα χώματα» (1963), ενώ το 1965 οι ολοσέλιδες ξυλογραφίες του κοσμούν
την έκδοση, σε συνεργασία με τον Γ. Σεφέρη, «Ασμα Ασμάτων». Εγχρωμες
ξυλογραφίες και πολλά διακοσμητικά, όλα χαραγμένα σε όρθιο ξύλο, περιλαμβάνει η
«Ανάβαση» του Ξενοφώντα (1969) και η δίτομη «Ιστορία του Πελοποννησιακού
Πολέμου» του Θουκυδίδη (1974). Η τελευταία προσωπική του έκδοση ήταν η
«Λυσιστράτη» (1978), η οποία περιλαμβάνει 24 έγχρωμες ξυλογραφίες σε πλάγιο
ξύλο που χρειάστηκαν 110 διαφορετικές πλάκες για τη χάραξη των χρωμάτων. Από
την ενασχόλησή του με το βιβλίο, σημειώνουμε ακόμη τον «Επιτάφιο» του Γιάννη
Ρίτσου (επετειακή έκδοση του 1979).
«Με ακατανίκητη επιμονή
και υπομονή θα αναζητώ πάντα / ένα καλό χαρτί και ένα συγγραφέα / που με αγάπη
θα τυπώνω ένα έργο του / και με αυτό στα χέρια μου θα ξεκινώ / για να συναντήσω
τους επικριτές μου / που κι αυτοί με τη σειρά τους / θα κρατάνε στα χέρια τους
το λίθο του αναθέματος εναντίον μου... / Εμένα όμως θα μου αρκεί η μυρουδιά του
τυπογραφικού μελανιού για να συνεχίζω...» (Α. Τάσσος).
Κατά την περίοδο της
δικτατορίας των συνταγματαρχών, έζησε αυτοεξόριστος εκτός Ελλάδας και
φιλοτέχνησε έργα κοινωνικής διαμαρτυρίας καταγράφοντας γεγονότα που τον
συγκλόνισαν. Μετά την κατάρρευση της χούντας, εξέθεσε έργα του στην Εθνική
Πινακοθήκη (1975) και λίγο καιρό αργότερα έγινε μέλος του Διοικητικού
Συμβουλίου του ίδιου ιδρύματος. Το 1977, ήταν από τα ιδρυτικά μέλη της
Πανελλήνιας Πολιτιστικής Κίνησης.
πηγη: "ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ" Σοφία ΑΔΑΜΙΔΟΥ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου